TΖΟΥΜΕΡΚΑ (Φωτ.maria ntoula)

 

 

  ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ...ΜΑΘΗΤΙΚΕΣ

 

 

 

          ΧΙΟΝΙΑ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ

 

 

     Ήταν πραγματικά πολύ βαρύς εκείνη τη χρονιά ο χειμώνας στ’ Άγναντα.
    Ο  Γενάρης του 1963 κόντευε να τελειώσει κι εμείς, τελειόφοιτοι πλέον, προετοιμαζόμαστε για τις γραπτές εξετάσεις του Α΄ εξαμήνου, που θ’ άρχιζαν με το έμπα του Φλεβάρη.                                          
   Μόλις που πρόλαβε το Γυμνάσιό μας και πραγματοποίησε με καλό καιρό τον εκκλησιασμό, στις 30 του Γενάρη, προς τιμήν των προστατών μας, των Τριών Ιεραρχών και ο καιρός το γύρισε στο χιονιά.
   Αραιές νιφάδες κατά το σούρουπο άρχισαν να στροβιλίζουν στον αέρα και σιγά-σιγά να μεγαλώνουν και να πληθαίνουν. 
   Την άλλη μέρα όλα ήταν κάτασπρα και το χιόνι κατά αραιά διαστήματα συνέχιζε.
   Κι εκεί που όλοι περιμέναμε ο καιρός να καλυτερέψει, οι επόμενες τρεις-τέσσερις μέρες ήταν χειρότερες και το ύψος του χιονιού ανέβαινε.
   Μετρήσαμε το πάχος του στην τσιμεντένια οροφή της εξωτερικής μας τουαλέτας: Ένα μέτρο και δέκα εκατοστά!
   Όλοι με τα φτυάρια και τα τσαπιά στα χέρια προσπαθούσαν ν΄ανοίξουν διαδρόμους στις αυλές τους και στα στενά σοκάκια για να επικοινωνήσουν ο ένας με τον άλλο, να πάνε στις δουλειές τους και στα ζώα τους.

 

  

                               Άγιος Δημήτριος Αγνάντων.             (Φωτ. Κ. Μαυροπάνου)

 

   Τα μικρότερα παιδιά χαίρονταν πολύ και το ένα μετά το άλλο ανέβαιναν στους τοίχους και τις μάντρες και με ζωηρές φωνές έκαναν βουτιές στο ολόφρεσκο κι αφράτο χιόνι, ενώ οι γεροντότεροι έλεγαν πως είχαν πάρα πολλά χρόνια να δουν τόσο χιόνι στο χωριό.

   Αρχές Φεβρουαρίου, πρώτη μέρα των γραπτών μας εξετάσεων και ξεκινήσαμε για το Γυμνάσιο. Με κόπο περπατήσαμε στο στενό διάδρομο που είχε ανοιχτεί στους δρόμους ανάμεσα στο χιόνι. Άθλος ήταν το ν’ανεβοκατεβείς τις απότομες κι επικίνδυνες στροφές ανάμεσα στους δυο μαχαλάδες.
   Φτάσαμε επιτέλους στο Σχολείο.
   Δυστυχώς ελάχιστοι μαθητές συγκεντρωθήκαμε και ο Σύλλογος των καθηγητών αποφάσισε να παραμείνει το Γυμνάσιο κλειστό για τρεις-τέσσερις μέρες.
   Επιστρέψαμε στο σπίτι και η χιονόπτωση συνεχιζόταν.
   Η σπιτονοικοκυρά μας ήταν προβληματισμένη. Ανησυχούσε για το αν η πέτρινη σκεπή του σπιτιού με τα παλαιά ξύλα  θα άντεχε το βάρος του χιονιού. Αν έσπαζαν τα ξύλα η στέγη θα υποχωρούσε με απρόβλεπτα αποτελέσματα.
   Από τη δύσκολη θέση βγάλαμε εμείς τη σπιτονοικοκυρά μας με το να της προτείνουμε ν’ ανεβούμε στη στέγη και να την καθαρίσουμε απ’ τα χιόνια.
   Στην αρχή ούτε που ήθελε ν’ ακούσει κάτι τέτοιο, γιατί ένιωθε υπεύθυνη έναντι των γονιών μας σε περίπτωση που συνέβαινε κάποιο ατύχημα. Το ύψος του σπιτιού απ’ το μέρος της αυλής ξεπερνούσε τα έξι μέτρα, ενώ απ’ το πίσω μέρος ήταν μικρότερο.
   Τελικά την πείσαμε να μας το επιτρέψει, αφού τη διαβεβαιώσαμε ότι θα είμαστε πολύ προσεκτικοί. Εξ άλλου δεν ήμαστε και μικροί. Ήμαστε δεκαοκτάρηδες και πάνω.
   Έτσι λοιπόν οι τρεις συγκάτοικοι: ο Νώντας ο Γαλαζούλας, ο Γιώργος ο Τσίτσας και ο υποφαινόμενος ξεκινήσαμε την επιχείρηση.
    Πρώτη μας φροντίδα ήταν να βρούμε τρόπο ν’ ανεβούμε στη  στέγη ,γιατί η  ξύλινη σκάλα, που διαθέταμε, δεν έφτανε μέχρις επάνω.
    Αλλά και πάλι η λύση δεν άργησε να βρεθεί.
   Πίσω ακριβώς από το σπίτι, σύρριζα στον τοίχο, περνούσε το σοκάκι προς την κάτω συνοικία, πλάτους τριών περίπου μέτρων και αμέσως μετά ορθωνόταν ένας τοίχος, στο ύψος περίπου της στέγης του σπιτιού, ο οποίος συγκρατούσε ένα υπερυψωμένο γειτονικό χωράφι.
   Μεταφέραμε τη σκάλα από το πλαϊνό σοκάκι στο χωράφι και από κει την τοποθετήσαμε σα γέφυρα στη βάση της στέγης του σπιτιού.
   Στη συνέχεια ένας-ένας περάσαμε στη στέγη με τα απαραίτητα φτυάρια και τσαπιά και αρχίσαμε προσεκτικά τον καθαρισμό της.
   Κάθε τόσο η σπιτονοικοκυρά μας ανήσυχη έβγαινε και κάνοντας το σταυρό της μας συμβούλευε να προσέχουμε.
   Για μας, φυσικά, αυτή η δουλειά ήταν παιχνιδάκι. Σε λιγότερο από δυο ώρες η στέγη είχε απελευθερωθεί απ’ το βαρύ φορτίο. Κατεβαίνοντας καθαρίσαμε και την αυλή απ’ το χιόνι που ρίξαμε απ’ τη στέγη κι όλα πια ήταν έτοιμα.
   Η σπιτονοικοκυρά μας ευχαριστημένη και χαρούμενη, που τα «παλικάρια της», όπως έλεγε, την απάλλαξαν από το μεγάλο άγχος, που είχε, μας ετοίμασε από ένα  πιάτο ζεστό τραχανά και ολόφρεσκο ζεστό γάλα απ’ την κατσίκα μας.
   Από το βράδυ της επόμενης μέρας το χιόνι κόπασε.
   Τη μεθεπόμενη ένας ολόλαμπρος ήλιος φώτισε το χωριό αλλά και τις καρδιές όλων μας. Το λιγοστό χιόνι, που έμεινε στη στέγη μας, μέχρι το τέλος της ημέρας έλιωσε και η αυλή μας απαλλάχτηκε απ’ τις ενοχλητικές σταλαγματιές.
   Οι επόμενες μέρες ήταν ηλιόλουστες και τα απογεύματα τα περνούσαμε στη λιακάδα της αυλής μας προετοιμάζοντας τις εξετάσεις μας.
   Τα χιόνια σιγά-σιγά έλιωναν και μετά από δέκα-δεκαπέντε μέρες μια δυνατή βροχή έσβησε κάθε ίχνος χιονιού απ’ το χωριό. Ακόμα και τον τεράστιο χιονάνθρωπο που είχαμε στήσει στη μέση του κήπου μας.

 

                                                                       Γιάννης  Κατσικογιώργος 

                                                                       Συνταξιούχος  Δάσκαλος

                                                                       Δεκέμβριος 2012

                                                                       Μενίδι Αιτωλ/νίας

                                                                                           

 

 (Εφημ.  «ΑΓΝΑΝΤΑ ΑΡΤΑΣ»   - αριθ. φύλ. 181 - σελ. 4 https://agnanta.com.gr/)

 

 

                                           Αρχική σελίδα